ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Οι οικονομικές εξελίξεις στην Κύπρο αλλά και αρκετές δηλώσεις αξιωματούχων / εκπροσώπων συγκεκριμένων φορέων παραπέμπουν σε θέατρο του παραλόγου. Ο Υπουργός Οικονομικών δήλωσε – με κάθε σοβαρότητα - μετά από τη σχετική επιβολή ΦΠΑ 5% σε τρόφιμα και φάρμακα ότι τα καθαρά έσοδα για το κράτος θα είναι πενιχρά καθώς εν πολλοίς θα υπάρξουν δαπάνες για  αντισταθμιστικά μέτρα και καταβολή της ΑΤΑ στους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα. Ταυτόχρονα η καταβολή ΑΤΑ στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και σε τμήματα του ιδιωτικού τομέα εξ ορισμού τείνει να αναπαράγει και να επιδεινώνει τα προβλήματα.  Για παράδειγμα, η αύξηση του λειτουργικού κόστους της ΑΗΚ οδηγεί στην αύξηση της τιμής του ηλεκτρισμού και σε νέο φαύλο κύκλο ανατιμήσεων.

Εάν ο στόχος είναι να βοηθηθούν οι πολίτες, με ιδιαίτερη ευαισθησία προς τα μικρομεσαία και χαμηλά στρώματα, η ακολουθούμενη πολιτική δεν συμβάλλει προς την κατεύθυνση αυτή.  Αντίθετα συνθλίβει τους μη προνομιούχους και καθηλώνει την οικονομία στον στασιμοπληθωρισμό.  Οι πολίτες θα νοιώσουν ανακούφιση εάν συγκρατηθούν ή ακόμα μειωθούν οι τιμές ούτως ώστε η αγοραστική δύναμη των μισθών να ενισχυθεί. Πάνω απ’ όλα θα πρέπει να σταματήσει η απώλεια θέσεων εργασίας – αντίθετα θα πρέπει να δημιουργηθούν νέες θέσεις απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα. 

Ο Πρόεδρος Χριστόφιας εξακολουθεί να πιστεύει ότι με μικρά βήματα μπορούν να ξεπερασθούν τα προβλήματα.  Δυστυχώς αυτό δεν ευσταθεί.  Και να τερματισθεί η διεθνής οικονομική κρίση, η κυπριακή οικονομία θα ταλανίζεται από μια συνεχή σταδιακή αύξηση των τιμών και της ανεργίας ως αποτέλεσμα ενδογενών δομικών προβλημάτων.

 

Για χρόνια τώρα υπάρχει μια επανάπαυση για τις επιτυχίες του παρελθόντος καθώς και μια συστηματική παραβίαση των βασικών κανόνων της ορθολογιστικής οικονομικής διαχείρισης.  Για παράδειγμα, πως είναι δυνατόν να μην υπάρξουν προβλήματα με τα συνταξιακά ταμεία όταν έχουμε εισφορές και ωφελήματα δύο ταχυτήτων και μάλιστα με όρους χωρίς προηγούμενο;  Συγκεκριμένα, οι συντάξεις των εργαζομένων στον δημόσιο και ευρύτερο τομέα είναι αναλογικά ψηλότερες παρά το γεγονός ότι οι αποκοπές από τους μισθούς τους είναι χαμηλότερες από τους υπόλοιπους εργαζομένους.  Η διαιώνιση των καταστάσεων αυτών θα είναι καταστροφική. 

Για χρόνια τώρα υπήρχε η εντύπωση ότι οι απολαβές και τα ωφελήματα προέκυπταν μόνο από τις συλλογικές συμβάσεις.  Έχει λησμονηθεί ότι τελικά είναι η αποτελεσματικότητα της οικονομίας που αποτελεί το βασικότερο κριτήριο για τους όρους απασχόλησης και την ευημερία.

 

Η ελληνική οικονομία κατέρρευσε επειδή ακριβώς πολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες επεσκίασαν την οικονομική λογική.  Οι αποφάσεις ελαμβάνοντο με γνώμονα πελατειακές σχέσεις, τη σχετική δύναμη των συντεχνιών και ούτω καθ’ εξής.  Έτσι αξίες όπως το εργασιακό ήθος και η αξιοκρατία καταρρακώθηκαν.  Παραγνωρίσθηκε επίσης το αυτονόητο: ότι ένα κράτος και μια κοινωνία δεν μπορούν να ξοδεύουν συστηματικά πέραν των δυνατοτήτων της οικονομίας.  Ως εκ τούτου η κατάληξη ήταν αναπόφευκτη. 

Παρόμοια φαινόμενα άρχισαν να επικρατούν στην Κύπρο και να ροκανίζουν επικίνδυνα το οικονομικό οικοδόμημα. Είμαστε μια ευρωπαική χώρα όπου δεν επιστρατεύεται η επιστημονική γνώση και μεθοδολογία στην αντιμετώπιση προβλημάτων, μια χώρα όπου επικρατούν ξεπερασμένες ιδεολογικές προσεγγίσεις, αντιλήψεις και νοοτροπίες.  Τα δεδομένα αυτά αναπαράγουν την κρίση και βυθίζουν την οικονομία ακόμη περισσότερο.

 

Η οικονομία δεν μπορεί να δημιουργήσει επαρκή αριθμό θέσεων απασχόλησης με ψηλές προδιαγραφές για να απορροφήσει τους Κυπρίους πτυχιούχους.  Η λύση στα προβλήματα περνά μέσα από τη δημοσιονομική εξυγίανση και τη χάραξη μιας νέας αναπτυξιακής πορείας.  Θα πρέπει να προχωρήσουμε με τόλμη σε μια πολιτική σύγκλισης των όρων απασχόλησης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.  Επιπρόσθετα, εφ’ όσον η πολιτεία, σωστά, ετοιμάζει νομοθεσίες εναντίον του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στα πλαίσια της εναρμόνισης με το κοινοτικό κεκτημένο θα πρέπει να επιδείξει ανάλογο ζήλο για την προώθηση της ισοτιμίας των πολιτών της, παραμερίζοντας πολιτικές που θεσμοθετούν και διαιωνίζουν την ανισότητα και τις διακρίσεις μεταξύ των πολιτών της.  Μια δίκαιη κοινωνία μπορεί μόνο να προωθηθεί εάν η οικονομία έχει στερεά θεμέλια και τη διαχειριζόμαστε ορθολογιστικά.  

Καθηγητής Α.Θεοφάνους Πανεπιστήμιο Λευκωσίας